Σαν σήμερα 3 Μαΐου φεύγει από τη ζωή ο καλός μας άνθρωπος ο αξέχαστος Θανάσης Βέγγος
3 Μαΐου 2022
«Τρέχω σαν τον Βέγγο»! Η έκφραση αυτή δείχνει αυτό ακριβώς για το οποίο έμεινε στη συλλογική μνήμη ο αγαπημένος ηθοποιός: ως ο άνθρωπος που πάντα τρέχει, πάντα κάτι κάνει και πάντα τα καταφέρνει. Αλλά ακόμα και αν δεν τα καταφέρνει το χαμόγελό του είναι αυτό που κερδίζει. Αυτό που ανοίγει ένα παράθυρο αισιοδοξίας. Και πάντα με το χαμόγελο και την χιουμοριστική ατάκα. Γιατί αυτό ήταν ο καλός μας άνθρωπος. Ένας άνθρωπος που με τη σεμνότητά του, το ήθος του και το γέλιο του έλυνε τα προβλήματα του. Και ας μην ήταν για τον ίδιο πάντα ρόδινα τα πράγματα. Ο Θανάσης Βέγγος, μια ημέρα σαν σήμερα, πριν από 11 χρόνια, έφυγε από τη ζωή, αφήνοντας πίσω του ένα δυσαναπλήρωτο κενό.
Ο καλός μας άνθρωπος
Ο ορισμός του «πολυτεχνίτη και ερημοσπίτη». Ο Θανάσης Βέγγος με τους ρόλους του (κυρίως στον κινηματογράφο) έκανε τα πάντα για να γελάσουμε αλλά και για να δούμε πως στο τέλος πάντα υπάρχει ο τρόπος για να βρεθεί η λύση. Ακόμα και αν πέσουμε. Θα πρέπει να σηκωθούμε και να γελάσουμε. Πάντα έβρισκε τον τρόπο. Έτσι τον έμαθε η ζωή, άλλωστε, που για τον ίδιο δεν ήταν καθόλου μα καθόλου εύκολη.
Ο Θανάσης Βέγγος, γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο, στις 29 Μαΐου του 1927. Ήταν μοναχοπαίδι του Βασίλη και της Ευδοκίας Βέγγου. Ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού. Ήταν ήρωας της αντίστασης συμμετείχε στην προσπάθεια να σώσει από την ανατίναξη που σχεδίαζαν οι Ναζί της Ηλεκτρικής Εταιρίας στο Φάληρο, στην οποία εργαζόταν. . Μετά τον πόλεμο εκδιώχθηκε από τη δουλειά του, εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Έτσι, ο Θανάσης άρχισε να εργάζεται από μικρός για να βοηθήσει την οικογένειά του.
Τα πολιτικά φρονήματα του πατέρα του (που ήταν και πολιτικά φρονήματα δικά του) τον έβαλαν στο στόχαστρο του εμφυλιακού και μετεμφυλιακού κράτους. Εξορίστηκε στην Μακρόνησο. Αλλά και εκεί ο Βέγγος έδειξε αυτό που ειπώθηκε νωρίτερα. Το ότι όταν πέφτεις θα πρέπει να σηκώνεσαι και να χαμογελάς. Ο Βέγγος σε εκείνον τον τόπο του μαρτυρίου για χιλιάδες αγωνιστές, γνώρισε τον άνθρωπο που έμελλε να του αλλάξει την ζωή. Τον Νίκο Κούνδουρο.
Δεν σπούδασε ποτέ υποκριτική. Το ταλέντο του ήταν έμφυτο. Πηγαίο. Το 1954 έκανε την πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, στην ταινία του σκηνοθέτη «Μαγική Πόλις» και για τα επόμενα πέντε χρόνια έπαιξε μικρούς ρόλους σε ταινίες που άφησαν εποχή,. Το 1959 πήρε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού, όχι από Σχολή, αλλά ως εξαιρετικό ταλέντο, με εξετάσεις σε ειδική επιτροπή. Την ίδια χρονιά έκανε και το θεατρικό του ντεμπούτο, στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς πλουτς», δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη.
Την περίοδο εκείνη παίζει στον «Ηλία του 16ου» και στη συνέχεια συνεργάζεται με τον σκηνοθέτη Πάνο Γλυκοφρύδη που καθιερώνει το στυλ του… «Παπατρέχα» που όλοι αγαπήσαμε. Ταινίες όπως «Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ»,«Μην είδατε τον Παναή», «Ζήτω η τρέλα» και «Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης» κάνουν το κοινό να τον λατρέψει. Και αυτή η λατρεία ήταν κυριολεκτική. Είναι ενδεικτικό πως το 1978, σε ποδοσφαιρικό αγώνα δημοσιογράφων- ηθοποιών στο γήπεδο της ΑΕΚ στη Ν. Φιλαδέλφεια πήγαν για να δουν τον Βέγγο πάνω από 40.000 άτομα! Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, όλοι πήγαν για να δουν τον δικό τους «καλό άνθρωπο». Το οχτάστηλο πρωτοσέλιδο της «Αθλητικής» την επομένη ήταν «Ντελίριο 40.000 λαού για τον απίθανο Βέγγο».
Η χρεοκοπία και οι σπουδαίοι ρόλοι
Το 1964 ίδρυσε τη δική του εταιρία παραγωγής «ΘΒ-Ταινίες Γέλιου». Την περίοδο 1965-1969, συνεργαζόμενος με τον Πάνο Γλυκοφρύδη και τον Ερρίκο Θαλασσινό αλλά και σκηνοθετώντας ο ίδιος κάποιες φορές, γύρισε τις καλύτερες ταινίες του, όπως «Φανερός πράκτωρ 000», «Τρελός, παλαβός και Βέγγος» και «Ποιος Θανάσης;», με σουρεαλιστικό χιούμορ και αυτοσχεδιασμό στα γυρίσματα. Παρά την εμπορική και καλλιτεχνική τους επιτυχία, οι ταινίες αυτές οδήγησαν την εταιρία του Βέγγου σε κλείσιμο και τον ίδιο σε οικονομική καταστροφή, από την οποία συνήλθε μετά από πολλά χρόνια. Όταν χρεοκόπησε έχασε ακόμα και το σπίτι του στην Κυψέλη, όπου ζούσε ο ίδιος και η οικογένειά του.
Τη δεκαετία του ’80 αποσύρεται από το σινεμά και κάνει λίγες βιντεοταινίες. Θα επιστρέψει στον κινηματογράφο το 1991, με την ταινία «Ήσυχες μέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη. Η ερμηνεία του έχει πια διαφοροποιηθεί, είναι χαμηλών τόνων, αλλά μεγάλης εκφραστικότητας. Το 1995 συμμετείχε στην ταινία «Το βλέμμα του Οδυσσέα», του Θόδωρου Αγγελόπουλου, με την εμβληματική σκηνή όπου ο Βέγγος ως ταξιτζής λέει: «Η Ελλάδα πεθαίνει. Πεθαίνουμε σα λαός. Κάναμε τον κύκλο μας, δεν ξέρω πόσες χιλιάδες χρόνια, ανάμεσα σε σπασμένες πέτρες και αγάλματα. Και πεθαίνουμε… Αλλά αν είναι να πεθάνει η Ελλάδα, να πεθάνει γρήγορα. Γιατί η αγωνία κρατάει πολύ και κάνει πολύ θόρυβο»!https://www.youtube.com/embed/rIvrfwGrE8w
Κορυφαία του στιγμή υπήρξε και ο ρόλος του στο «Όλα είναι δρόμος» του 1998 με την εξίσου εμβληματική σκηνή της εκτέλεσης του κυνηγού. Τελευταίες εμφανίσεις του στη μεγάλη οθόνη ήταν στην ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ψυχή Βαθιά» το 2009 και στην ταινία «Το πέταγμα του κύκνου» το 2010 . Το 1997 εμφανίστηκε επίσης στην Επίδαυρο, στο ρόλο του Δικαιόπολι στους Αχαρνής και το 2001 στην Ειρήνη του Αριστοφάνη, με μεγάλη επιτυχία.