Το άλμα στις τιμές των καυσίμων για πλοία ενισχύει τις πληθωριστικές πιέσεις
22 Φεβρουαρίου 2022
Η ενεργειακή κρίση αρχίζει να πλήττει καίρια τον κλάδο των ναυτιλιακών, που αντιμετωπίζει το δυσβάσταχτο κόστος των καυσίμων, αλλά η εκτόξευση της τιμής οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη μειωμένη παραγωγή τους. Η τιμή των καυσίμων για τα πλοία έχει εκτοξευθεί κατά 23% από την αρχή του έτους και βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα που έχουν καταγραφεί τουλάχιστον από τα τέλη του 2019.
Το καύσιμο που χρησιμοποιούν τα πλοία παράγεται συχνά από τα ίδια συστατικά με τα οποία παράγονται το ντίζελ και η βενζίνη. Δεδομένου, όμως, ότι τα δύο αυτά καύσιμα προσφέρουν μεγάλα περιθώρια κέρδους, η παραγωγή τους γίνεται όλο και πιο ελκυστική, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η παραγωγή των καυσίμων που χρησιμοποιούν τα πλοία και να ανεβαίνουν οι τιμές τους. Τα καύσιμα είναι η σημαντικότερη και μεγαλύτερη δαπάνη των πλοίων και αυτό σημαίνει πως κάθε ανατίμησή τους ενισχύει περαιτέρω τις πληθωριστικές πιέσεις στις ήδη φραγμένες παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες. «Το κόστος των καυσίμων αποτελεί έναν πρόσθετο λόγο που οι διεθνείς τιμές των εμπορευμάτων και μαζί τους ο πληθωρισμός βρίσκονται σε τόσο υψηλά επίπεδα», σχολιάζει ο Μαρκ Γουίλιαμς, αναλυτής παραγώγων πετρελαίου και διύλισης στη Wood Mackenzie Ltd.
Έχουν αυξηθεί κατά 23% από την αρχή του έτους.
Η εκτόξευση των τιμών των καυσίμων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην εκτόξευση των τιμών του πετρελαίου που χρησιμοποιείται για την παραγωγή των καυσίμων των πλοίων. Εχουν, άλλωστε, εξωθήσει ανοδικά τις τιμές οι κανόνες που έχουν επιβληθεί στον κλάδο από το 2020 και υποχρεώνουν τα πλοία να χρησιμοποιούν καύσιμο πολύ χαμηλότερης περιεκτικότητας σε θείο. Το πρόβλημα για την Ευρώπη, όμως, είναι πως έχει αυξηθεί πολύ περισσότερο από την τιμή του αργού πετρελαίου η τιμή των καυσίμων που χρησιμοποιούν τα πλοία, δηλαδή των καυσίμων που είναι γνωστά ως πετρέλαιο χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο (VLSFO). Σύμφωνα με τον κ. Γουίλιαμς, σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται στη μειωμένη προσφορά των καυσίμων, που με τη σειρά της οφείλεται ακριβώς στο γεγονός ότι στην Ευρώπη είναι πολύ ισχυρή η αγορά ντίζελ. Τα μεγάλα κέρδη που προσφέρει η παραγωγή ντίζελ αποτελούν ισχυρό κίνητρο για τα διυλιστήρια πετρελαίου, που επιλέγουν να χρησιμοποιούν συστατικά με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο σε μονάδες που παράγουν ντίζελ και όχι VLSFO.
Εν ολίγοις, συμβαίνει ακριβώς το ίδιο με αυτό που συμβαίνει στην αγορά βενζίνης. Η βενζίνη προσφέρει μεγάλα κέρδη γι’ αυτό και τα διυλιστήρια προτιμούν να διοχετεύουν στην παραγωγή βενζίνης και καυσίμων κίνησης των επιβατικών οχημάτων τις πρώτες ύλες που έχουν χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο. Δηλαδή δεν βρίσκουν κερδοφόρο να παράγουν το VLSFO που χρειάζονται τα πλοία. Σημειωτέον ότι το κόστος των φορτώσεων εμπορευματοκιβωτίων στα πλοία έχει σχεδόν δεκαπλασιαστεί στη διάρκεια της πανδημίας. Δεδομένου ότι περίπου το 90% των εμπορευμάτων του κόσμου φορτώνεται και μεταφέρεται διά θαλάσσης, το αποτέλεσμα είναι η όποια αύξηση του κόστους να δίνει τεράστια ώθηση στον πληθωρισμό. Και οι αναλυτές του κλάδου εκτιμούν ότι δεν πρόκειται να υποχωρήσει το κόστος των φορτώσεων πριν από το 2023. Όπως τονίζουν, το κόστος των φορτώσεων και των μεταφορών αντιπροσωπεύει ένα μικρό τμήμα της τιμής των προϊόντων, αλλά τώρα έχει εκτοξευθεί και αυτό σημαίνει πως θα διατηρήσει τις τιμές σε υψηλά επίπεδα.