Λάμπρος Κωνσταντάρας: Ο όρος που δεν παραβιάστηκε ποτέ στα συμβόλαια του
22 Δεκεμβρίου 2023
Λάμπρος Κωνσταντάρας: Ο όρος που δεν παραβιάστηκε ποτέ στα συμβόλαια του, δεν θα τον δεις σε καμιά ταινία από τις 77 που είχε γυρίσει.
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας (Αθήνα, 13 Μαρτίου 1913 – Αθήνα, 28 Ιουνίου 1985) ήταν δημοφιλής Έλληνας ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη.
Ήταν αδελφός της Αλεξάνδρας Κωνσταντοπούλου και της ηθοποιού Μήτσης Κωνσταντάρα, πατέρας του δημοσιογράφου, συγγραφέα και πρώην βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Δημήτρη Κωνσταντάρα και παππούς της Παυλίνας Κωνσταντάρα και του δημοσιογράφου Λάμπρου Κωνσταντάρα.
Λατρεμένος ηθοποιός και αγαπημένος για όλους ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ήταν ένας άνθρωπος που χαιρόσουν να βρίσκεσαι δίπλα του, αν και είχε μια σειρά από ιδιαιτερότητες που ορισμένες φορές τον καθιστούσαν ιδιότροπο και δύσκολο ως χαρακτήρα. Ωστόσο οι άνθρωποι που ήταν κοντά του και είχαν γνώση του τρόπου που σκεφτόταν, ήξεραν και ποια ήταν τα… παράξενα «κουμπιά» του και χρησιμοποιούσαν αυτή τη γνώση είτε για να τον πειράξουν είτε για να τον ηρεμήσουν!
Οι διηγήσεις των συνεργατών του αλλά και μελών του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος περιγράφουν έναν άνθρωπο που στην καθημερινότητά του είχε πολλά «πρέπει» και «μη». Και για να το εκφράσουμε πιο απλά, είχε τα δικά του «κολλήματα», με τα οποία δεν… έπαιζες εύκολα, αφού εύκολα έβγαινε εκτός εαυτού και όπως έλεγε και ο γιος του, Δημήτρης, είχε και «βαρύ» χέρι συν τοις άλλοις.
Ο αγαπημένος «Λαμπρούκος» του κοινού εκτός από σπουδαίος ηθοποιός ήταν και μεγάλος ζηλιαρόγατος. Ο έρωτας του για την Άννα Καλουτά ήταν γνωστός εκείνο που δεν ήταν γνωστό και αποκάλυψε ο Μάκης Δελλαπόρτας μιλώντας στην εκπομπή του Γρηγόρη Αρναούτογλου είναι τι έκανε ο Κωνσταντάρας όταν κάποιος άλλος ηθοποιός θα έπρεπε να την φλερτάρει. Ένας όρος στο συμβόλαιό του έκανε τη διαφορά:
«Η Άννα Καλουτά έζησε για πέντε χρόνια έναν μεγάλο έρωτα με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα Ο Κωνσταντάρας ήταν ζηλιάρης. Στην ταινία “Εκείνες που δεν πρέπει να αγαπούν” δεν άφησε τον Αλέκο Αλεξανδράκη να φλερτάρει την Καλουτά. Μάλιστα διέκοψε τα γυρίσματα. Σε καμία του ταινία δε θα δούμε άλλον άντρα να φλερτάρει γυναίκα του μεγάλου πρωταγωνιστή και εκείνος να το ανέχεται. Το είχε όρο στα συμβόλαια. Ζήλευε πάρα πολύ».
Περπατούσε πάντοτε μόνο στη μία πλευρά του πεζοδρομίου, αρνούμενος πεισματικά να περάσει απέναντι, ψώνιζε πάντα από συγκεκριμένα καταστήματα ρούχα και παπούτσια, έπαιρνε μόνιμα τις ίδιες διαδρομές, με τον αστικό μύθο να λέει ότι έδειχνε ξεκάθαρη προτίμηση στη Λεωφόρο Συγγρού σε σχέση με την Βουλιαγμένης την οποία απέφευγε χειρότερα κι από ό,τι ο διάολος το λιβάνι!
Βέβαια ο ίδιος δεν οδηγούσε και μετακινούνταν πάντοτε με οδηγό. Και για να μην χρειάζεται να εξηγεί ξανά και ξανά, με κίνδυνο να… νευριάσει κιόλας, είχε μόνιμο σοφέρ ο οποίος γνώριζε τα χούγια του και έκανε ό,τι μπορούσε για να ικανοποιήσεις τις ιδιοτροπίες του.
Μία από αυτές ήταν και εκείνη με μια συγκεκριμένη μάρκα αυτοκινήτου στα οποία έδειχνε μια ιδιαίτερη αδυναμία για λόγους που δεν πάει εύκολα ο νους. Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, όταν βρισκόταν ως συνεπιβάτης σε αμάξι, δεν ήθελε πολλές κουβέντες καθώς ήταν αφοσιωμένος σε μια παράξενη δραστηριότητα. Μετρούσε κατά την διάρκεια της διαδρομής τα Volkswagen τα οποία συναντούσαν. Αν, μάλιστα, έχανε την καταμέτρηση από κάποιο εξωτερικό ερέθισμα, θύμωνε, δίνοντας την εντύπωση ότι επρόκειτο για ζήτημα ζωής ή θανάτου.
Και η αλήθεια είναι ότι για τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, όντως ήταν!
Για λόγους που ξεπερνούν την λογική, ο αγαπημένος πρωταγωνιστής πίστευε ότι ο αριθμός των Volkswagen συνδεόταν άμεσα με τις ημέρες και τα χρόνια που του απέμεναν να ζήσει. Έτσι, γυρνούσε δεξιά κι αριστερά συνεχώς το κεφάλι του λες και ήταν περισκόπιο, προς αναζήτηση των πολύτιμων αυτοκινήτων. Στη συνέχεια έκανε μια σειρά από υπολογισμούς, προσθέσεις και αφαιρέσεις, μέχρι να καταλήξει σε ένα νούμερο το οποίο θεωρούσε εκείνος αποδεκτό, χωρίς οι υπόλοιποι να αντιλαμβάνονται αυτά τα ιδιαίτερα μαθηματικά και τους κανόνες που έβαζε σε αυτό το ιδιότυπο «παιχνίδι» του.
Κάποιοι μάλιστα τον πείραζαν όταν εκείνος τους ρωτούσε πόσα αυτοκίνητα μάρκας Volkswagen είχαν δει, «φουσκώνοντας» κατά πολύ τα νούμερα, ακόμη κι αν δεν είχαν διασταυρωθεί με κανένα ολόκληρη την ημέρα.
Η Άννα Φόνσου διηγείται χαρακτηριστικά «Κάθε μέρα με ρωτούσε πόσα είχα μετρήσει στο δρόμο. Εγώ συνήθως δεν είχε κανένα, αλλά του απάντησα 20 για να τον πειράξω. Εντυπωσιάστηκε από τον αριθμό αφού αυτός είχε μετρήσει μόλις 11. Συνήθως στεναχωριόταν και νευρίαζε. Μετά όμως προσέθετε τα δικά μου 20 στα δικά του 11 και ένιωθε ότι αυτός τα είχε μετρήσει και τα 31»
Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας από το 1970 αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας. Υπέφερε από διαβήτη, αλλά ποτέ δεν πρόσεχε τη διατροφή του. Το 1978 αρρώστησε με διαβητική κρίση, που λίγο αργότερα τον οδήγησε σε ελαφρύ εγκεφαλικό επεισόδιο. Τον Νοέμβριο εκείνης της χρονιάς, ενώ ετοιμαζόταν να πάει στην παράσταση, παρέλυσε η δεξιά του πλευρά, επηρεάζοντας κυρίως το χέρι και πόδι (ημιπληγία). Μεταφέρθηκε γρήγορα στο νοσοκομείο, όπου διαπιστώθηκε ότι υπέστη αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Η υγεία του σταδιακά βελτιώθηκε, όχι όμως τελείως, παρά την τεράστια προσπάθεια που κατέβαλε για να επανέλθει. Χωρίς να έχει αποθεραπευτεί πλήρως, γύρισε την τελευταία του ταινία το 1981 (Ο Λαμπρούκος μπαλαντέρ), σε σενάριο του γιού του Δημήτρη. Το εγκεφαλικό όμως του είχε αφήσει προβλήματα και στην ομιλία (κολλούσε σε κάποια σύμφωνα, όπως στο κ και το π). Ωστόσο στα γυρίσματα της ταινίας ήταν, όπως πάντα, άψογος και οι υπόλοιποι ηθοποιοί έμεναν άφωνοι (Μάρω Κοντού, Νέλλη Γκίνη,
Δυστυχώς όμως το καλοκαίρι του 1983 υπέστη δεύτερο εγκεφαλικό επεισόδιο, πολύ πιο βαρύ από το πρώτο που τού άφησε έντονα τα σημάδια του, με σοβαρά προβλήματα στην ομιλία και στην κινητικότητα του δεξιού του χεριού. Έκτοτε κλείστηκε στον εαυτό του καθηλωμένος πλέον, ενώ δεν ήθελε να δει κανέναν και κανείς να μην τον δει, εκτός από τον γιο του. Έτσι πλέον απομονώθηκε στο σπίτι του στη Βάρκιζα. Δυστυχώς η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε σταδιακά, ώστε χρειάστηκε να μεταφερθεί εσπευσμένα στο Ασκληπιείο της Βούλας. Επέστρεψε στο σπίτι του, όπου πέρασε τις τελευταίες του μέρες άφωνος και καταβεβλημένος
Τελικά, ο Λάμπρος Κωνσταντάρας έφυγε από την ζωή στις 21 Ιουνίου 1985, σε ηλικία μόλις 72 ετών. Ο θάνατός του έγινε πρώτο θέμα στις εφημερίδες και τις ειδήσεις και συγκλόνισε το πανελλήνιο. Κηδεύτηκε παρουσία πλήθους κόσμου την επόμενη μέρα στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών. Μόνο ο ίδιος ξέρει αν όντως είχε «μαντέψει» τον σχετικά πρόωρο θάνατό του από τον αριθμό των αυτοκινήτων που είχε προλάβει να καταμετρήσει μέχρι τότε.