Πώς ο “άγνωστος” Στέφανος Κασσελάκης κατάφερε να γίνει πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ
26 Σεπτεμβρίου 2023
Πώς ο «άγνωστος» Στέφανος Κασσελάκης κατάφερε να γίνει πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, η πρόκληση είναι εάν το «φαινόμενο Κασσελάκη» πέρα από την αστραπιαία εισβολή στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας, ήρθε για να μείνει και φυσικά να αποδείξει εάν μπορεί -πέρα από την υπερ-προβολή της προσωπικής του ζωής, να αρθρώσει πολιτικό λόγο.
Τον Στέφανο τον γνωρίζουμε εδώ και 12 χρόνια οικογενειακώς, πολύ πριν ασχοληθεί με την πολιτική. Μένει κοντά στο μαγαζί που διατηρούμε στην περιοχή του Νέου Κόσμου.
Ξέρω ότι μπορεί να ακούγονται και να λέγονται πολλά αρνητικά για εκείνον, όμως εμείς έχουμε διαφορετική άποψη. Είναι πολύ ευγενικό, καλό και εργατικό παιδί και πολύ δεμένος με την οικογένειά του.
Μπορώ να σου πω ότι ανέκαθεν ήταν πολύ επικοινωνιακός. Θέλω να του δώσω και συγχαρητήρια για την εκλογή του, εύχομαι να του πάνε όλα καλά. Μακάρι το έργο που έχει οραματιστεί να γίνει πραγματικότητα».
Με αυτά τα λόγια, η Χρυσούλα -η κόρη της οποίας διατηρεί ένα καφέ δίπλα στο σπίτι του κ. Κασσελάκη- μιλά στο Reader για τη γνωριμία τους, σε ανθρώπινο επίπεδο.
Πολλοί θέλουν να γνωρίσουν αυτό το κομμάτι του ανθρώπου που ήρθε με σφοδρότητα στην πολιτική σκηνή της χώρας, προσπερνώντας το αμιγώς πολιτικό επίπεδο και χτίζοντας ένα προφίλ, βασισμένο στην προσωπική του ζωή και την καθημερινότητά του.
Δεν αντιλέγει κανείς για την εικόνα που όλο το μιντιακό σύστημα έχει πλάσει για εκείνον, ούτε για το γεγονός πως μπορεί να είναι ευγενικός ή συμπαθής. Όμως η ουσία του πράγματος, δεν έγκειται μόνο εκεί.
Το «φαινόμενο Κασσελάκη» και το σκληρό lifestyle
Ο Στέφανος Κασσελάκης, σήμερα παρουσιάζεται ως ένα «φαινόμενο», που ήρθε στην πολιτική σκηνή της χώρας ξαφνικά και «τάραξε τα νερά». Αυτοί είναι οι τίτλοι που κυκλοφορούν στις ιστοσελίδες και τα δελτία ειδήσεων και συμπυκνώνουν τον καταιγισμό πληροφοριών -άχρηστων και μη- που δεχόμαστε καθημερινά για τον νέο αρχηγό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ένα επίπεδο επικοινωνίας που ξεφεύγει από το κομμάτι της ειδησεογραφίας και αγγίζει εκείνο του σκληρού lifetstyle, αφού τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε μάθει που μένει, πως πίνει τον καφέ του, τι ώρα πηγαίνει στο γυμναστήριο, τι γεύματα τρώει, πως λένε το σκυλί και το σύντροφό του, τι λένε οι συγγενείς του στα πρωινάδικα και πάει λέγοντας.
Δεν έχουμε μάθει όμως ποια είναι η πολιτική του στόχευση, τόσο σε επίπεδο διακυβέρνησης, όσο και σε επίπεδο εσωκομματικό, πέρα από κάποιες γενικόλογες αναφορές. Μπορεί για παράδειγμα, η αριστερά εν γένει να έχει ως πάγια θέση τον διαχωρισμό Εκκλησίας και Κράτους, κάτι το οποίο έχει δηλώσει και ο ίδιος, όμως δεν υπάρχει -όπως και στις υπόλοιπες θέσεις του- κάποιο σχέδιο εφαρμογής.
Ωστόσο, ο τρόπος που ο ίδιος και το επικοινωνιακό του επιτελείο χειρίστηκαν τα social media και κατ’ επέκταση ο τρόπος που κατάφερε να γίνει αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ πριν από ένα μήνα δεν τον γνώριζε κανείς, είναι σίγουρα ένα ζήτημα άξιο αναφοράς. Τις τελευταίες εβδομάδες, το όνομά του ακούγεται Πανελλαδικά, σε κάθε συζήτηση τόσο στα μίντια όσο και την κοινωνία. Όλοι στράφηκαν πάνω του και από ένα σημείο και μετά, η ζωή του μετατράπηκε σε προϊόν προς κατανάλωση.
Το επικοινωνιακό Blitzkrieg που ακολούθησε ο Στέφανος
Όπως λέει στο Reader ο Ηλίας Τσαουσάκης, πολιτικός επιστήμονας, σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας, «αυτό που έκανε, ήταν ότι σε 27 ημέρες που διήρκησε η καμπάνια του, εφάρμοσε ένα επικοινωνιακό Blitzkrieg.
Κατάφερε να βομβαρδίσει με βίντεο, να δημιουργήσει θέματα και να τραβήξει πάνω του όλα τα μίντια. Χρησιμοποίησε ως εργαλείο του -σχεδόν αποκλειστικά- τα νέα μέσα, καθώς στα παραδοσιακά μέσα έδωσε μόνο δύο συνεντεύξεις. Προφανώς, δεν ήθελε να δώσει καμία άλλη συνέντευξη και θεωρώ πως θα συνεχίσει σε αυτό το μοτίβο. Όλα τα μηνύματά του, γίνονταν αναπαραγωγή από τις πρωινές εκπομπές.
Κατάφερε με τον τρόπο που λειτούργησε να ασχολούνται από το πρωί μέχρι το βράδυ μαζί του εκπομπές lifestyle, οι οποίες σάρωναν και ήταν μονοθεματικές. Η λογική του ήταν να επιλέξει δυνατά σύμβολα και συγκεκριμένες λέξεις, ώστε να δημιουργήσει ερεθίσματα.
Στην ουσία έριξε κατά ρηπάς, έκανε αστραπιαίο πόλεμο, διότι αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος για να ξεπεράσει το θέμα της αναγνωρισιμότητας και να φτάσει στο δεύτερο στάδιο επιλογής. Ήταν ένας άνθρωπος που δεν ήταν καθόλου γνωστός. Εγώ που είμαι επαγγελματίας, τον είχα δει μόνο σε μία συνέντευξη στη Γερμανού και, από εκεί και πέρα, σε χορηγούμενες από τα social media στο κινητό μου».
Ο ίδιος προσθέτει ότι «η μετατόπιση του διαλόγου από το πολιτικό κομμάτι στο lifestyle, συνέβαλε σε πολύ μεγάλο βαθμό στο να γίνει γνωστός και να καλύψει το μεγάλο κενό που θα είχε οποιοδήποτε υποψήφιος κατεβαίνει για πρώτη φορά.
Ήταν ατελείωτες οι ώρες που καταναλώθηκαν για το σύντροφό του, το πρωινό του, το σκύλο και το πρόγραμμά του. Στην πραγματικότητα, μιλάμε για hardcore lifestyle. Το πολιτικό κομμάτι, ήρθε σε δεύτερη μοίρα. Αν ρωτούσαμε τους ψηφοφόρους του Κασσελάκη ποιες είναι οι πολιτικές τους θέσεις για συγκεκριμένα ζητήματα, θεωρώ πως δε θα μπορούσαν να μας απαντήσουν».
Η αψεγάδιαστη εικόνα του
Παράλληλα, όπως εξηγεί ο κ. Τσαουσάκης, η αψεγάδιαστη εικόνα του και το προσωπείο του άφθαρτου νέου, είναι κάτι που τον μετέτρεψε σε φαβορί και του έδωσε τη νίκη για την ηγεσία του κόμματος.
Άλλωστε, παρά τη συντηρητικοποίησή της, η ελληνική κοινωνία, πάντοτε ελκυόταν από το ‘φαίνεσθαι’ και τα κομματικά μέλη αναζητούσαν την προσωπολατρεία μέσα σε ένα προφίλ που θεώρησαν πως μπορεί να έχει την αίγλη ενός επίδοξου ηγέτη. Μπορεί ενδεχομένως να πρόκειται για μια επιλογή που δείχνει τη συνολική απαξίωση και την αποστροφή μιας μερίδας του κόσμου για την παραδοσιακή πολιτική, γι’ αυτό άλλωστε μικρό ρόλο έπαιξε και η απουσία οργανωτικού δεσμού του συγκεκριμένου με τις ιδεολογικές αναφορές της αριστεράς.
«Το νέο πάντα ασκεί γοητεία, αυτό είναι το ζητούμενο. Όλες οι άλλες υποψηφιότητες -από την Αχτσιόγλου μέχρι τον Παππά και τον Τσακαλώτο- είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό, προέρχονταν από το παρελθόν και ήταν κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ με συγκεκριμένο παρελθόν. Ήταν ονόματα που θύμιζαν τις μέρες της πτώσης του.
Αυτός ήρθε ως κάτι νέο, εξέφρασε μια ανάγκη να προχωρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ σε κάτι νέο, χωρίς ωστόσο να αποκτά συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Βέβαια, πρέπει να πούμε ότι η νεότητα από μόνη της, δε σημαίνει κάτι. Πιθανολογώ ότι ο ΣΥΡΙΖΑ που γνωρίζαμε έχει τελειώσει, πως θα ξεφύγει από τα βασικά χαρακτηριστικά του και θα πάει σε μια καινούργια φάση».
Οι δυο πλευρές
Ίσως, ο Στέφανος Κασσελάκης να είναι η προσπάθεια ενός πόλου του κόμματος να μετατοπιστεί προς μία άλλη κεντρώα κατεύθυνση, τιθασεύοντας τον ριζοσπαστικό του πυρήνα. Μέσα στον κυκεώνα των πληροφοριών για τον νέο πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και την κόντρα με την Έφη Αχτσιόγλου που το τελευταίο διάστημα γινόταν όλο και πιο έντονη, οι εσωκομματικές διεργασίες του κόμματος αυξάνονταν, ενώ η πόλωση, δημιούργησε μια ατμόσφαιρα και μια φημολογία περί διάσπασης.
Πράγματι, ένα μέρος του κόμματος θεώρησε πως ένα πρόσωπο σαν τον κ. Κασσελάκη, ο οποίος δεν ήταν καν μέλος του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είχε δώσει το παρών στους κοινωνικούς αγώνες και δεν είχε ωριμάσει μέσα από τον κομματικό σωλήνα, δεν νοείτο να διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία, με μοναδικό κριτήριο την υποτροφία και τις σπουδές στο εξωτερικό, τη δουλειά και την επιχειρηματική του δραστηριότητα ή την καλή γνώση αγγλικών και τη συμμετοχή του στην καμπάνια του Μπάιντεν.
Οι υποστηρικτές της μίας και της άλλης πλευράς, διασταύρωσαν τα ξίφη τους κυρίως στα social media, όπου το επίπεδο πολιτικού διαλόγου έπεσε πολύ χαμηλά και απείχε παρασάγκας από κάθε διαδικασία που θα έπρεπε να γίνεται στο πλαίσιο ενός αριστερού προοδευτικού κόμματος.
Ένα επιχείρημα της αντίπαλης πλευράς, είχε να κάνει με την υπερ-προβολή της εφοπλιστικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας του κ. Κασσελάκη, η οποία, αν μη τι άλλο, αποτυπώνει μια απομάκρυνση, σε πολιτικό επίπεδο – από εκείνα τα λαϊκά, φτωχά κοινωνικά στρώματα και κινήματα, που ανέκαθεν εξέφραζε ο ΣΥΡΙΖΑ, με μια κεντρώα στροφή προς τον ελιτισμό, παραθέτοντας τα προσόντα, τα βιογραφικά και τη λεγόμενη «αριστεία», κάτι για το οποίο ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορούσε την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
«Και πρέπει να πούμε ότι ο Κασσελάκης είναι ένα φαινόμενο, όμως τα αίτια της εκλογής του είναι πολιτικά. Υπάρχει ένα υπόβαθρο και δεν μπορούμε απαραίτητα να κάνουμε πολιτική ανάλυση με όρους επικοινωνίας, αλλά η επικοινωνία έρχεται να αναδείξει πολιτικά στοιχεία, ακόμα και μέσα στην ίδια τη μεταπολιτική.
Προσωπικά, δε θυμάμαι να έχει υπάρξει άλλος πολιτικός -πέρα από το Βαρουφάκη- με τον οποίο να έχει ασχοληθεί η τηλεόραση σε τέτοιο βαθμό. Δεν υπάρχει τέτοιο προηγούμενο για πρωτοεμφανιζόμενο», τονίζει ο ίδιος.
Η πρόκληση από εκεί και πέρα, είναι εάν το «φαινόμενο Κασσελάκη» πέρα από την αστραπιαία εισβολή στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας, ήρθε για να μείνει και φυσικά να αποδείξει εάν μπορεί -πέρα από την υπερ-προβολή της προσωπικής του ζωής- να αρθρώσει πολιτικό λόγο.