Πρώην λιμενικός και αρχαιολόγος σε μεγάλο κύκλωμα αρχαιοκαπηλίας – Από το 1.400 π.Χ. οι λάρνακες
19 Απριλίου 2023
Πρόσωπα υπεράνω υποψίας θεωρούνται όσοι εμπλέκονται στη μεγάλη υπόθεση αρχαιοκαπηλίας που αποκαλύφθηκε μετά από πολύμηνη έρευνα του Τμήματος Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Κρήτης. Πρόκειται για έναν 56χρονο πρώην λιμενικό, έναν 72χρονο συνταξιούχο αρχαιολόγο, έναν 39χρονο επιχειρηματία, έναν 46χρονο και έναν 69χρονο Ιταλό επίδοξο αγοραστή των αρχαιοτήτων μαζί με τον διερμηνέα του.
Η οργανωμένη επιχείρηση με την συμμετοχή αστυνομικών της ΕΚΑΜ Κρήτης, του Τ.Α.Ε. και της Ο.Π.Κ.Ε. εκτελέστηκε το πρωί της Τρίτης στην περιοχή του Κρουσώνα του δήμου Μαλεβιζίου στο Ηράκλειο, όπου δραστηριοποιείται ο 39χρονος που φέρεται ως “εγκέφαλος” της υπόθεσης. Τόσο ο συγκεκριμένος, όσο και ο 72χρονος και ο 46χρονος, είχαν τεθεί υπό διακριτική παρακολούθηση εδώ και τέσσερις μήνες, ενώ οι αρχές είχαν έγκριση για συνακρόαση στις επικοινωνίες τους με τους υποψήφιους αγοραστές, καθώς είχε διαπιστωθεί ότι δραστηριοποιούνταν από το 2020 στην παράνομη εμπορία αρχαιοτήτων.
Τα αρχαία αντικείμενα που θα έβγαζαν στο “σφυρί” εντόπιζαν ο 39χρονος και ο 46χρονος, οι οποίοι αναλάμβαναν να βρουν ενδιαφερόμενο αγοραστή και να ρυθμίζουν τις λεπτομέρειες για την αγοραπωλησία, ενώ ο 72χρονος συνταξιούχος αρχαιολόγος είχε το ρόλο του εκτιμητή της πολιτιστικής και οικονομικής αξίας των αντικειμένων. Στο κύκλωμα εμπλέκονται τουλάχιστον άλλα τρία μέλη του που δεν εντοπίστηκαν και αναζητούνται.
Το πράσινο φως για την επιχείρηση εξάρθρωσης του κυκλώματος άναψε ανήμερα του Πάσχα, όταν διαπιστώθηκε ότι έφτασε στο Ηράκλειο ο 69χρονος Ιταλός με τον διερμηνέα του, για να ελέγξει το “εμπόρευμα” που θα αγόραζε. Μάλιστα, φέρεται να φιλοξενήθηκε από ένα μέλος του κυκλώματος στην αγροικία του σε αγροτική τοποθεσία του Δήμου Ηρακλείου.
Κατά τις έρευνες που έγιναν στα σπίτια των δραστών, την επιχείρηση του 39χρονου και τον αποθηκευτικό χώρο της, κατασχέθηκαν συνολικά επτά κιβωτιόσχημες λάρνακες που προέρχονται από ταφικούς χώρους της Υστερομινωικής περιόδου (1400-1300 π.Χ.) και έχουν οστά στο εσωτερικό τους, ενώ δύο από αυτές φέρουν αετοματικά καλύμματα, καθώς και 88 αγγεία της Υστερομινωικής περιόδου και της λίθινης εποχής. Οι συγκεκριμένες αρχαιότητες θεωρούνται ιδιαίτερα σπάνιες και εκτιμάται ότι η αξία τους υπερβαίνει το 1.000.000 ευρώ.
Ακόμη, κατασχέθηκαν τρία κυνηγετικά όπλα, ένα σκοπευτικό πιστόλι, 38 φυσίγγια διαφόρων διαμετρημάτων, ένα μεταλλικό κλομπ, ένας υπολογιστής και φορητοί δίσκοι αποθήκευσης ψηφιακών αρχείων. Με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους για εγκληματική οργάνωση και παραβάσεις των νόμων περί κατοχής και εμπορίας αρχαιοτήτων και περί όπλων, τα μέλη του κυκλώματος οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ηρακλείου.
Εκεί ζήτησαν και έλαβαν προθεσμία για να απολογηθούν το μεσημέρι της Παρασκευής.
«Τα αρχαία προέρχονται πιθανόν από υστερομινωικό νεκροταφείο»
Για τη μεγάλη υπόθεση αρχαιοκαπηλίας μίλησε η διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηρακλείου Βασιλική Συθιακάκη.
Με δηλώσεις της στην ΕΡΤ, αναφέρθηκε στην αξία των αρχαίων που βρέθηκαν και τόνισε ότι είναι πρόωρο να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα, ωστόσο εκτιμά ότι είναι πιθανόν να προέρχονται, τα περισσότερα εξ’ αυτών τουλάχιστον, από λαθρανασκαφές τις ευρύτερης περιοχής του Αγ. Μύρωνα, στο δυτικό τμήμα του νομού Ηρακλείοιυ.
«Υπάρχει περίπτωση να είναι – κάποια τουλάχιστον από αυτά – από την ευρύτερη περιοχή, στην οποία βρέθηκαν αποθηκευμένα. Από τον Άγιο Μύρωνα, από το δυτικό τμήμα του νομού Ηρακλείου πιθανόν, χωρίς να μπορώ να αποκλείσω να είναι κάποια και από τη Μεσαρά. Είναι η προσωπική μου εκτίμηση με βάση κάποιες από τις φωτογραφίες» αναφέρει χαρακτηριστικά. Και συνεχίζει: «Οι λάρνακες θα δώσουν περισσότερα στοιχεία. Το βέβαιο είναι ότι προέρχονται – διότι τα περισσότερα φαίνεται να ανήκουν στην ίδια εποχή – από υστερομινωικό νεκροταφείο και χρονικά τοποθετούνται γύρω στο 1.400 – 1.330 πΧ. Είναι τα νεκροταφεία των λαξευτών συνήθως μικρών θολωτών τάφων της Μυκηναϊκής περιόδου που περιλαμβάνουν λάρνακες και τέτοιου είδους κτερίσματα».
Όπως εξήγησε η ίδια: «Το πρώτο μέλημα της Υπηρεσίας είναι να καταγράψει τα αντικείμενα, να κάνει την προκαταρκτική τεκμηρίωση, την οποία χρειάζονται και οι Αρχές για τις περαιτέρω διαδικασίες τους. Η προέλευσή τους θα προκύψει από την αναλυτικότερη μελέτη τους, που θα γίνει όταν αυτά μεταφερθούν στον δικό μας χώρο. Η υπηρεσία θα επιχειρήσει στην συνέχεια, μέσα από τα αρχεία, να κάνει συσχετισμό τους με προηγούμενες υποθέσεις λαθρανασκαφών, γιατί η πρώτη μας εκτίμηση είναι ότι δεν προέρχονται από πρόσφατες λαθραίες εργασίες – δεν θέλω καν να τις χαρακτηρίζω λαθρανασκαφές γιατί είναι πάντα καταστροφές».
Μάλιστα, η κ. Συθιακάκη εκτιμά πως τα ευρήματα, οι επτά λάρνακες και τα 88 αγγεία, πρέπει να ήταν αποθηκευμένα επί μακρό χρονικό διάστημα. «Και συνήθως έτσι συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, για να μην διασυνδέονται τα ευρήματα με γνωστές υποθέσεις λαθρανασκαφών που έχουν εντοπιστεί και καταγγελθεί» σημειώνει.
Τέλος, εκτιμά ότι «λόγω του όγκου του υλικού δεν είναι απίθανο να προέρχονται από διαφορετικές λαθρανασκαφές, αλλά θα πρέπει να το μελετήσουν οι συνάδελφοι που εξειδικεύονται στην συγκεκριμένη περίοδο. Έχουμε την τύχη να έχουμε εξαιρετικούς συναδέλφους με υψηλού επιπέδου κατάρτιση στην περίοδο αυτή, οι οποίοι έχουν συνδράμει στην ταυτοποίηση και άλλων αρχαιοτήτων από συλλογές του εξωτερικού που έχουν επαναπατριστεί».