«Το κέντημα μιας ζωής»: Ο Διονύσης Καρατζάς για το βιβλίο της Μαργαρίτας Θεοδωράκη, «Αναμνήσεις ενός Κοριτσιού»
6 Απριλίου 2022
Την Παρασκευή 1η Απριλίου πραγματοποιήθηκε στο Βραχάτι Κορινθίας, τον εμβληματικό τόπο κατοικίας του Μίκη, εκεί που συνέθεσε μεγάλα έργα όπως -μεταξύ άλλων- «Η Κατάσταση Πολιορκίας» και φιλοξενήθηκαν αρχηγοί κρατών και σπουδαίοι καλλιτέχνες, η παρουσίαση του βιβλίου της Μαργαρίτας Θεοδωράκη, «Αναμνήσεις ενός Κοριτσιού», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΙΑΝΟΣ.
Στην αίθουσα «Μίκης Θεοδωράκης» του ξενοδοχείου Αλκυών, σε μια λαμπρή εκδήλωση, οι ομιλητές Διονύσης Καρατζάς (ποιητής) , ο Βασίλης Κουμής (ποιητής), Αναστασία Βούλγαρη (θεατρική συγγραφέας-ποιήτρια), Γιώργος Μονεμβασίτης (πολιτικός μηχανικός, κριτικός και ιστορικός Μουσικής), μίλησαν για τον «Μίκη όλων των Έλληνων», ενώ αποσπάσματα του βιβλίου διάβασε ο Παναγιώτης Πετράκης.
Ο ποιητής Διονύσης Καρατζάς
«Το κέντημα μιας ζωής»
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, ξεχώρισε η εισήγηση του σπουδαίου ποιητή Διονύση Καρατζά, έργα του οποίου έχουν μελοποιηθεί από τον Μίκη Θεοδωράκη.
Ακολουθεί αυτούσια η εισήγηση:
«Το κέντημα μιας ζωής
Αγαπητοί φίλοι, κυρίες και κύριοι
Με περιέργεια αγάπης διάβασα το βιβλίο της Μαργαρίτας-Ασπασίας Θεοδωράκη «Αναμνήσεις ενός κοριτσιού», από τις εκδόσεις ΙΑΝΟΣ.
Πέρασαν κιόλας 35 χρόνια από τον Αύγουστο του 1986, όταν γνώρισα τη Μαργαρίτα στο Βραχάτι. (Ήταν τότε που ξεκίνησε η συνεργασία μου με τον Μίκη Θεοδωράκη, που αποτυπώθηκε σε τέσσερις κύκλους τραγουδιών με ποίησή μου).
Η εικόνα που σχημάτισα γι’αυτή και με συνοδεύει μέχρι σήμερα, είναι ενός ανήσυχου και ευαίσθητου κοριτσιού. Αυτά τα στοιχεία του χαρακτήρα της καθορίζουν το περιεχόμενο και τη γραφή της Μαργαρίτας στο βιβλίο της, που παρουσιάζουμε απόψε εδώ στην πόλη σας, στο Βραχάτι. Το Βραχάτι, άλλωστε, από το 1964 έγινε η «αφετηρία μιας ολόκληρης ζωής με χαρές και λύπες και με τους καλύτερούς μου φίλους» (σελ. 75) γράφει η Μαργαρίτα και συμπληρώνει «Η γενιά μας συνεχίζει και κρατεί γερά στον τόπο αυτό» (σελ. 75).
Οι «Αναμνήσεις ενός κοριτσιού» της Μαργαρίτας δεν είναι τυπικό μυθιστόρημα, ούτε τυπικό ημερολόγιο. Είναι μία καταγραφή στιγμών από περιπετειώδη ταξίδια ψυχής σε χρόνο ανάγκης, ονείρων, διαψεύσεων, ματαιώσεων και δύσβατης αγάπης. Είναι μία γλωσσική αναπαράσταση της προσωπικής ζωής της στο οικογενειακό, καλλιτεχνικό, κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον, με την τεχνική του κεντήματος. Η Μαργαρίτα έμαθε από μικρή, κοντά στη θεία της Μιμόζα, να κεντάει σταυροβελονιά.
Γι’ αυτό ξέρει και να κεντάει με λέξεις τους πόνους και τους πόθους της ζωής της. Η ίδια γράφει σε ποίημά της που παραθέτει στο βιβλίο της (σελ. 36):
Κεντώ, κεντώ, κεντώ τους πόθους της ζωής μου
Τα δάχτυλά μου σκλήρυναν πολύ, μάτωσαν, χτυπήθηκαν
Αλλά συνεχίζουν ακατάπαυστα το πάνω κάτω της βελόνας
Πέφτει η βελόνα, χάνεται Κι εγώ χάνω τα μυστικά των πόθων μου.
Κεντώ, κεντώ,
Πάλι κεντώ
Τρέχει η βελόνα κι οι κλωστές γιομίζουν χρώματα μπροστά μου
Κι ο πόθος πάλι αστράφτει πλουμιστός, πολύχρωμος.
Κι ο πόνος μπαινοβγαίνει στις τρύπες του καμβά.
Διαβάζοντας το βιβλίο της Μαργαρίτας, ένιωσα να ζωντανεύουν μέσα μου τα πρόσωπα, τα γεγονότα, οι καταστάσεις και τα συναισθήματα που συνθέτουν το ιδιαίτερο οδοιπορικό της ζωής της.
Σ’ αυτό το ζωντάνεμα βοήθησε το ύφος της γραφής της. Με τρόπο προφορικό, αυθόρμητο και ατίθασο, πότε με περιγραφές και πότε με ποιήματα και σκέψεις, καταθέτει την αλήθεια της και ξεδιπλώνει βιώματα, συναντήσεις, αγωνίες, αδιέξοδα, αγάπες και τρυφερές στιγμές πάντα με επίκεντρο τον πατέρα της, τον Μίκη. Σαν να αλλάζει κλωστή και χρώμα, κάνει παύσεις στην αφήγηση με φράσεις που ξαφνιάζουν, όπως «αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία, θα την πω μια άλλη φορά» ή «καλημέρα σας» ή «κάποια μέρα, αν θέλετε, θα σας διηγηθώ τις εφόδους του Στρατού στο σπίτι μας».
Αυτή η ανεπιτήδευτη και ειλικρινής διάθεσή της να μιλήσει στον αναγνώστη με την αμεσότητα της κουβέντας τη διευκολύνει να ελευθερώνει τους δαίμονές της και να λυτρώνεται. Η Μαργαρίτα, πληθωρική στην απαισιοδοξία και ταυτόχρονα υπερβολική στη δίψα της για ζωή, παρουσιάζει ένα πολύχρωμο και πολύσημο αφηγηματικό κέντημα.
Στον μέσον κυριαρχούν ο πατέρας και η κόρη, δηλαδή ο Μίκης και η Μαργαρίτα, που κοιτάζονται στα μάτια, σαν να μεταγγίζουν ο ένας στον άλλον σιωπές και μοναξιά. Τους πλαισιώνουν διακριτικά η μάνα και ο γιος, δηλαδή η Μυρτώ και ο Γιώργος, που συμπληρώνουν την οικογένεια του πάθους και των παθών. Πίσω τους απεικονίζονται οι πρόγονοι με τις μικρασιατικές και κρητικές ρίζες τους κι από κοντά πόλεις με ξεχωριστό φορτίο συγκίνησης –Σμύρνη, Παρίσι, Αθήνα, Μόσχα, Μακρόνησος- και άλλα μέρη με συναισθηματικό βάθος και πλάτος. Στα πλάγια του καμβά διακρίνονται τα αγαπημένα ζώα της Μαργαρίτας, τα σκυλιά και οι γάτες, και, βέβαια, πολλή φύση, βουνά, θάλασσες, ζώα και πουλιά, δέντρα και ποικίλα λουλούδια. Κάπου αχνοφαίνεται το πηγάδι, που κρύβει τους αυτοκαταστροφικούς-αυτοκτονικούς ιδεασμούς της Μαργαρίτας, τους ψυχικούς μετεωρισμούς της «θάνατος και θέλω να ζήσω», όπως γράφει.
Οι φωτογραφίες που παρατίθενται στο βιβλίο δεν τεκμηριώνουν τόσο τα αφηγηματικά μέρη όσο συντηρούν το ενδιαφέρον και τη συγκίνηση και δοκιμάζουν την ισορροπία ανάμεσα στη φθορά του χρόνου και την αφθαρσία της στιγμής. Στο βιβλίο της «Αναμνήσεις ενός κοριτσιού» η Μαργαρίτα δεν εγκλωβίζεται σε νοσταλγικές αναφορές προσπαθώντας να διασώσει μια ειδυλλιακή ζωή δίπλα σε έναν σπουδαίο πατέρα και μέσα σ’ ένα ιδανικό οικογενειακό και κοσμοπολίτικο περιβάλλον.
Οι αναμνήσεις της στοιχειοθετούν τη δύσκολη πορεία ενηλικίωσής της σε εποχές αβεβαιότητας και μεγάλων κινδύνων, αλλά και σε συνθήκες σπάνιων εμπειριών από τη μουσική διαδρομή και διεθνή αναγνώριση του Μίκη. Σε συνέντευξή της, η Μαργαρίτα σημειώνει: «Ζούσα δίπλα σε έναν άνθρωπο που απολάμβανε την απόλυτη δόξα και όταν είσαι παιδί νομίζεις ότι αυτή η δόξα είναι και για σένα. Αυτό, μεγαλώνοντας, μπορεί να σε διαλύσει». Στο βιβλίο της, κατασταλαγμένη πια, γράφει (σελ. 229): «Η ηλικιωμένη κόρη δεν είναι μια ιδέα! Δεν είναι ένα τραγούδι «Μαργαρίτα Μαργαρώ»!
Είναι ένας άνθρωπος γεμάτος αισθήματα και πάθη, πλημμυρισμένη από απόλυτη αγάπη για τον πατέρα της, τον απλό άνθρωπο. Όχι αυτόν με το φωτοστέφανο ενός αγίου».
Και ο εκδότης της, ο Νίκος Καρατζάς, τονίζει ότι «το βιβλίο της Μαργαρίτας είναι εστιασμένο στον Μίκη και αποτελεί φόρο τιμής στον πατέρα, όχι στον καλλιτέχνη».
Η Μαργαρίτα-Ασπασία Θεοδωράκη με το βιβλίο της «Αναμνήσεις ενός κοριτσιού» θυμίζει την τρυφερή ανάγκη μας να ξεχωρίζουμε στο φως τις σκιές και να μεταλλάσσουμε τη χαρά σε αγάπη, την επώδυνη πληγή σε ιαματική πηγή και τον πόνο σε αλήθεια. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε τη μνήμη, για να μπορούμε να νιώθουμε δυνατοί και, ανυπόκριτα με τόλμη, να μοιραζόμαστε τα όνειρά μας. Και αυτό πετυχαίνει η Μαργαρίτα με την κεντητή γραφή της».
Πηγή: ianos.gr