Δημόσιοι υπάλληλοι: Σφαγή έως και 15,7% στους μισθούς – Οι ριγμένοι ανά κλάδο
6 Απριλίου 2022
Oι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων μειώθηκαν από 11% έως 15,7% εξαιτίας των μνημονίων την περίοδο 2010-2020, χωρίς ωστόσο, να προβλέπεται αποκατάσταση των απωλειών, σε αντίθεση με τον ιδιωτικό τομέα που «είδε» το 2022 μισθολογικές αυξήσεις, έστω και περιορισμένες.
Οι γυναίκες υπάλληλοι πλήττονται περισσότερο
Αυτό είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης του Κοινωνικού Πολυκέντρου της ΑΔΕΔΥ που επιβεβαιώνει την εμπειρική διαπίστωση ότι στην αναδιανομή εισοδήματος (δηλαδή το εάν οι εργαζόμενοι συνεισφέρουν λιγότερα ή περισσότερο στα δημόσια έσοδα από όσα λαμβάνουν από αυτά) οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα συνεισφέρουν περισσότερο από όσα τους επιστρέφονται.
Η κύρια αιτία είναι ότι ο βασικός όγκος της φορολογίας καταβάλλεται από τους μισθωτούς και ιδιαίτερα από τους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα.
Οπως τονίζει η μελέτη, στον δημόσιο τομέα -λόγω των θεσμικών ρυθμίσεων των προγραμμάτων προσαρμογής- δεν παρουσιάστηκε το περιορισμένο μεν αλλά αισθητό φαινόμενο των μισθολογικών αυξήσεων στις αρχές του 2022 που παρουσιάστηκε σε κάποιους κλάδους του ιδιωτικού τομέα.
Συνεπώς, η εισοδηματική τους θέση είναι σχετικά πιο ευάλωτη. Οι γυναίκες υπάλληλοι πλήττονται ακόμα περισσότερο, κάτι που επιβεβαιώνει ότι η κρίση οδήγησε σε αύξηση της απόκλισης μισθών κατά φύλο.
Ο μέσος μισθός ανά κλάδο
Ειδικότερα, ανά κλάδο την περίοδο 2010 έως 2020 ο μέσος μισθός των γιατρών μειώθηκε κατά 10,5%, από 1.443 ευρώ σε 1.291 ευρώ. Αντίστοιχα ο μισθός των εκπαιδευτικών μειώθηκε κατά 15,7%, από 1.311 ευρώ σε 1.105 ευρώ, των τεχνικών υγείας κατά 11,9%. από 1.176 ευρώ σε 1.036 ευρώ και τέλος ο μισθός των υπαλλήλων γραφείου γενικών καθηκόντων κατά 14,7%, από 1.196 ευρώ σε 1.020 ευρώ.
Αντίστοιχα παρατηρούμε ότι μείωση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων κατά κλάδο ανέρχεται σε 11,5% στον κλάδο της υγείας, σε 15,8% στον κλάδο της εκπαίδευσης και σε 15% στο κλάδο της δημόσιας διοίκησης.
Οι μέσοι μισθοί τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες υποχωρούν κατά την περίοδο 2010-2020, ενώ συγχρόνως η απόσταση ανάμεσα στον μισθό κατά φύλο αυξάνει.
Πιο συγκεκριμένα, παρατηρούμε ότι ο μέσος μισθός για τους άνδρες δημόσιους υπαλλήλους υποχωρεί κατά 14,7%, από 1.326 ευρώ σε 1.131 ευρώ, ενώ αντίστοιχα για τις γυναίκες υποχωρεί κατά 15,4%, από 1.210 ευρώ σε 1.024 ευρώ. Ως αποτέλεσμα της ταυτόχρονης αυτής υποχώρησης ο μέσος μισθός για τις γυναίκες από 92,1% του αντίστοιχου για τους άνδρες το 2010 υποχωρεί στο 90,6%. Με άλλα λόγια, η κρίση οδηγεί σε αύξηση της απόκλισης των μισθών κατά φύλο.
Ανισότητες μεταξύ κατηγοριών εργαζομένων
Η ψαλίδα στον μέσο μισθό εργαζομένου που ασκεί καθήκοντα επίβλεψης επί άλλων εργαζομένων διευρύνεται, βαθαίνοντας τις μισθολογικές ανισότητες μεταξύ κατηγοριών εργαζομένων.
Η ανισότητα επεκτείνεται και στη σχέση μισθού με το εκπαιδευτικό επίπεδο του εργαζόμενου: το 2010 η αμοιβή για πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν αυξημένη κατά 18,1% σε σχέση με αυτό της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ κατά το 2020 η επιπλέον αμοιβή περιορίστηκε σε ένα πρόσθετο 10,5% σε σχέση με το πτυχίο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Η κατανομή των εισοδημάτων στο Δημόσιο μετατοπίζεται σημαντικά προς τα κάτω. Είναι ενδεικτικό ότι οι υπάλληλοι που λαμβάνουν από 1.000 έως 1.100 ευρώ αυξάνονται από 11% σε 16% του συνόλου, από 900 έως 1.000 ευρώ αυξάνονται από 6% σε 10%, ενώ για επίπεδο μισθού κάτω από 900 αυξάνονται από 12% σε 20%.
Συγκριτικά με την εξέλιξη των μισθών στο Δημόσιο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στην Ελλάδα έχουμε μοναδικότητα αρνητικής προσαρμογής του μισθού των δημοσίων υπαλλήλων. Σε σύγκριση με άλλες χώρες της Ευρωζώνης που τους επιβλήθηκαν προγράμματα οικονομικής προσαρμογής βλέπουμε ότι η Κύπρος εμφανίζει αύξηση κατά 6,3%, η Πορτογαλία κατά 5,2%, ενώ μόνον η Ιρλανδία εμφανίζει μείωση κατά 6,5% (που όμως πάλι είναι αισθητά μικρότερη σε σχέση με την ελληνική απομείωση κατά 25,6%).